ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ
190 ΧΡΟΝΙΑ 1818 - 2008

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008

Νεανικοί Προβληματισμοί


Η σχέση των δύο φύλων


«Πηγή πληροφοριών μας είναι το βιβλίο της Γενέσεως (κεφ. Α΄ 26-28, Β΄ 7,21-25, Γ΄), το οποίο με πολλή προσοχή πρέπει να προσεγγίσουμε, όπως βέβαια και τα ερμηνευτικά κείμενα των Πατέρων μας.

ΤΑ ΦΥΛΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΠΤΩΣΗΣ

Η συγκλίνουσα άποψη των ερμηνευτών πατέρων της εκκλησίας μας είναι ότι κατά το σχέδιο του Θεού, αν δεν συνέβαινε η πτώση, ο Θεός δε θα δημιουργούσε τα δύο φύλα. Η αρχική Του διάθεση και η αρχική Του ενέργεια φαίνονται από το ότι έπλασε μόνο τον Αδάμ. Ο Γρηγόριος Νύσσης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο Θεός μετά την κατασκευή της εικόνος και του ομοιώματός Του διείδε όλο το πλήθος του ανθρώπινου γένους, την ιστορία του, αλλά και την άμεση επικείμενη εκτροπή του από την ισάγγελη ζωή του Παραδείσου. Το αρχικό Του σχέδιο ήταν ο άνθρωπος να μοιάζει περισσότερο με τους αγγέλους κι έτσι, όπως οι άγγελοι, να πολλαπλασιάζεται χωρίς την ανάγκη του φύλου. Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγοντας ότι η παρθενία εξ αρχής εμφυτεύθηκε στον άνθρωπο αφού ο Αδάμ από τη γη προήλθε, αλλά και η Εύα από τον Αδάμ· δεν υπήρχε στον Παράδεισο το στοιχείο της παιδοποιΐας. Παρομοίως και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τον γάμο τον βλέπει ως συνέπεια του θανάτου. Μάλιστα ο Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης συνοπτικά παρουσιάζει τον άνθρωπο κατά μεν την αγνότητα να μοιάζει με τους αγγέλους κατά δε το γάμο προς τα ζώα. Ο άνθρωπος, λοιπόν, πλάθεται δίχως φύλο, με προοπτική αγγελικού πολλαπλασιασμού. Ποιείται «κατ’εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού». Προγνωρίζοντας όμως ο Θεός την πτώση δημιουργεί προπτωτικά τα δύο φύλα χωρίς να υπάρχει ακόμη στον Αδάμ και την Εύα η συνειδητοποίηση της σαρκικής τους παχύτητος, των ανατομικών ιδιωμάτων και της γυμνώσεώς τους. Και ο άνδρας και η γυναίκα αποτελούν εικόνες του Θεού κατά φύσιν (κεφ. Α΄ 27). Η ορθή χρήση και αξιοποίηση του αυτεξουσίου και της ελεύθερης βουλήσεως του κάθε ανθρώπου, ανδρός ή γυναικός, μπορεί να του προσφέρει το καθ’ ομοίωσιν.

Η συγκλίνουσα άποψη των ερμηνευτών πατέρων της εκκλησίας μας είναι ότι κατά το σχέδιο του Θεού, αν δεν συνέβαινε η πτώση, ο Θεός δε θα δημιουργούσε τα δύο φύλα. Η αρχική Του διάθεση και η αρχική Του ενέργεια φαίνονται από το ότι έπλασε μόνο τον Αδάμ. Ο Γρηγόριος Νύσσης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο Θεός μετά την κατασκευή της εικόνος και του ομοιώματός Του διείδε όλο το πλήθος του ανθρώπινου γένους, την ιστορία του, αλλά και την άμεση επικείμενη εκτροπή του από την ισάγγελη ζωή του Παραδείσου. Το αρχικό Του σχέδιο ήταν ο άνθρωπος να μοιάζει περισσότερο με τους αγγέλους κι έτσι, όπως οι άγγελοι, να πολλαπλασιάζεται χωρίς την ανάγκη του φύλου. Με την άποψη αυτή συμφωνεί και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγοντας ότι η παρθενία εξ αρχής εμφυτεύθηκε στον άνθρωπο αφού ο Αδάμ από τη γη προήλθε, αλλά και η Εύα από τον Αδάμ· δεν υπήρχε στον Παράδεισο το στοιχείο της παιδοποιΐας. Παρομοίως και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τον γάμο τον βλέπει ως συνέπεια του θανάτου. Μάλιστα ο Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης συνοπτικά παρουσιάζει τον άνθρωπο κατά μεν την αγνότητα να μοιάζει με τους αγγέλους κατά δε το γάμο προς τα ζώα. Ο άνθρωπος, λοιπόν, πλάθεται δίχως φύλο, με προοπτική αγγελικού πολλαπλασιασμού. Ποιείται «κατ’εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού». Προγνωρίζοντας όμως ο Θεός την πτώση δημιουργεί προπτωτικά τα δύο φύλα χωρίς να υπάρχει ακόμη στον Αδάμ και την Εύα η συνειδητοποίηση της σαρκικής τους παχύτητος, των ανατομικών ιδιωμάτων και της γυμνώσεώς τους. Και ο άνδρας και η γυναίκα αποτελούν εικόνες του Θεού κατά φύσιν (κεφ. Α΄ 27). Η ορθή χρήση και αξιοποίηση του αυτεξουσίου και της ελεύθερης βουλήσεως του κάθε ανθρώπου, ανδρός ή γυναικός, μπορεί να του προσφέρει το καθ’ ομοίωσιν.

MET ΑΠΤΩΤΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ

Απ’ όλα τα προαναφερθέντα φαίνεται ότι η διάκριση των φύλων και η σχετιζόμενη με αυτά ανατομική διαμόρφωση των σωμάτων ήταν απόλυτη συνέπεια της πτώσεως που ήθελε τον άνθρωπο να μοιάζει περισσότερο με τα ζώα και να πολλαπλασιάζεται με τους δικούς τους τρόπους. Τα φύλα, λοιπόν, είναι διαφορετικά. Η ύπαρξη τους και συνεπώς τα ανατομικά και φυσιολογικά τους χαρακτηριστικά ένα σκοπό έχουν· την δια της συνευρέσεως αύξηση του ανθρωπίνου γένους, το «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε». Το ηδονικό στοιχείο της συζυγικής συνευρέσεως, όπως επίσης και αυτό της εντάσεως και της ορμής, ως διακρινόμενα για την παχύτητα υπενθυμίζουν την πτώση και την προς τα ζώα ομοίωση του ανθρώπου.

Η ΣΧΕΣΗ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ

Η δημιουργία της Εύας ως βοηθού του Αδάμ σκοπό είχε την παιδοποιΐα. Άρα ήταν αποτέλεσμα της πτώσεως. Η Εύα πλάστηκε ως συμπλήρωμα και συνέπεια της μεταπτωτικής προοπτικής του Αδάμ. Αυτό όμως δε συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι η γυναίκα είναι υποδεέστερη του άνδρα. Ούτε ότι ο Αδάμ λαμβάνει το όνομα του απ’ το Θεό προπτωτικά, ενώ ο ίδιος κατονομάζει την Εύα, Ζωή, μετά την πτώση είναι δηλωτικό υπεροχής του ανδρικού φύλου έναντι του γυναικείου. Πουθενά ο Θεός δεν αποκαλεί την Εύα με όνομα πράγμα που κάνει με τον Αδάμ. Αυτά όλα δεν πρέπει να εκλαμβάνονται με την έννοια του φύλου, γιατί ο Αδάμ δεν είχε φύλο. Παρά ταύτα, το γεγονός ότι η Εύα γεύθηκε μόνη της απ’ τον απαγορευμένο καρπό εν αντιθέσει προς τον Αδάμ που έλαβε τον καρπό από την Εύα, το ότι αυτή και παρασύρθηκε από τον όφι και παρέσυρε τον Αδάμ αλλά και το ότι αυτήν επιπλήττοντάς πρώτα ο Θεός, της είπε: «η αποστροφή σου προς τον άνδρα σου και αυτός σου κυριεύσει» την καθιστά ίση μεν προς τον άνδρα αλλά εξαρτημένη απ’ αυτόν. Τέλος το ότι η Εύα πλάθεται απ’ την πλευρά που άνδρα δείχνει την ισότητα και τη συμπληρωματικότητά τους. Δεν πλάθεται ανεξάρτητα από «χουν», ούτε από τα πόδια του άνδρα αλλά από την πλευρά του, από την ίδια με αυτόν φύση. Το ανδρικό φύλο τιμάται στο πρόσωπο του Χριστού και η γυναικεία φύση αίρεται στο ύψος της Παναγίας. Ο Θεός τιμά την ανδρική φύση με το ότι ενδύεται μ’ αυτήν. Τιμά δε τη γυναικεία με το ότι γεννάται εξ αυτής. Η συζυγική σχέση έχει ευλογηθεί στα πρόσωπα των Θεοπατέρων Ιωακείμ και Άννης. Η στειρότητα και το γήρας είχαν ως συνέπεια η συνεύρεση τους να μην έχει σκοπό την ηδονή αλλά την παιδοποιΐα και μόνον. Έτσι γεννήθηκε η Θεοτόκος. Παρολ’ αυτά το ότι ο Κύριος γεννήθηκε εκ Παρθένου δίχως συζυγική μείξη, καταδεικνύει ότι ο γάμος δεν αποτελεί μεν αμαρτία είναι όμως στοιχείο οικονομίας. Εσχατολογική προοπτική μας είναι η επιστροφή στην κατάσταση του προπτωτικού Αδάμ. Όλοι τότε θα αποκτήσουμε το υπέρχρονο σώμα της αιωνίου Αναστάσεως, δίχως τις ενδείξεις του φύλου, δίχως τα γνωρίσματα της πτώσεως. Όπως λέγουν οι Πατέρες μόνον τα σημάδια της χάριτος, οι αποδείξεις του μαρτυρίου ή οι επιβεβαιώσεις της αγάπης θα κοσμούν τα αναστημένα σώματά μας.

Η δημιουργία της Εύας ως βοηθού του Αδάμ σκοπό είχε την παιδοποιΐα. Άρα ήταν αποτέλεσμα της πτώσεως. Η Εύα πλάστηκε ως συμπλήρωμα και συνέπεια της μεταπτωτικής προοπτικής του Αδάμ. Αυτό όμως δε συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι η γυναίκα είναι υποδεέστερη του άνδρα. Ούτε ότι ο Αδάμ λαμβάνει το όνομα του απ’ το Θεό προπτωτικά, ενώ ο ίδιος κατονομάζει την Εύα, Ζωή, μετά την πτώση είναι δηλωτικό υπεροχής του ανδρικού φύλου έναντι του γυναικείου. Πουθενά ο Θεός δεν αποκαλεί την Εύα με όνομα πράγμα που κάνει με τον Αδάμ. Αυτά όλα δεν πρέπει να εκλαμβάνονται με την έννοια του φύλου, γιατί ο Αδάμ δεν είχε φύλο. Παρά ταύτα, το γεγονός ότι η Εύα γεύθηκε μόνη της απ’ τον απαγορευμένο καρπό εν αντιθέσει προς τον Αδάμ που έλαβε τον καρπό από την Εύα, το ότι αυτή και παρασύρθηκε από τον όφι και παρέσυρε τον Αδάμ αλλά και το ότι αυτήν επιπλήττοντάς πρώτα ο Θεός, της είπε: «η αποστροφή σου προς τον άνδρα σου και αυτός σου κυριεύσει» την καθιστά ίση μεν προς τον άνδρα αλλά εξαρτημένη απ’ αυτόν. Τέλος το ότι η Εύα πλάθεται απ’ την πλευρά που άνδρα δείχνει την ισότητα και τη συμπληρωματικότητά τους. Δεν πλάθεται ανεξάρτητα από «χουν», ούτε από τα πόδια του άνδρα αλλά από την πλευρά του, από την ίδια με αυτόν φύση. Το ανδρικό φύλο τιμάται στο πρόσωπο του Χριστού και η γυναικεία φύση αίρεται στο ύψος της Παναγίας. Ο Θεός τιμά την ανδρική φύση με το ότι ενδύεται μ’ αυτήν. Τιμά δε τη γυναικεία με το ότι γεννάται εξ αυτής. Η συζυγική σχέση έχει ευλογηθεί στα πρόσωπα των Θεοπατέρων Ιωακείμ και Άννης. Η στειρότητα και το γήρας είχαν ως συνέπεια η συνεύρεση τους να μην έχει σκοπό την ηδονή αλλά την παιδοποιΐα και μόνον. Έτσι γεννήθηκε η Θεοτόκος. Παρολ’ αυτά το ότι ο Κύριος γεννήθηκε εκ Παρθένου δίχως συζυγική μείξη, καταδεικνύει ότι ο γάμος δεν αποτελεί μεν αμαρτία είναι όμως στοιχείο οικονομίας. Εσχατολογική προοπτική μας είναι η επιστροφή στην κατάσταση του προπτωτικού Αδάμ. Όλοι τότε θα αποκτήσουμε το υπέρχρονο σώμα της αιωνίου Αναστάσεως, δίχως τις ενδείξεις του φύλου, δίχως τα γνωρίσματα της πτώσεως. Όπως λέγουν οι Πατέρες μόνον τα σημάδια της χάριτος, οι αποδείξεις του μαρτυρίου ή οι επιβεβαιώσεις της αγάπης θα κοσμούν τα αναστημένα σώματά μας.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ «ΣΤΙΓΜΑ» ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

Ο αγώνας πλέον του κάθε χριστιανού είναι «η αναμόρφωσις του αρχαίου κάλλους » η επιστροφή στην πρωτόκτιστη δόξα του πρώτου Αδάμ. Ο αγώνας αυτός περνά μέσα απ’ την απαλλαγή των χαρακτηριστικών της παχύτητος του φύλου. η επιστροφή στην πρωτόκτιστη δόξα του πρώτου Αδάμ. Ο αγώνας αυτός περνά μέσα απ’ την απαλλαγή των χαρακτηριστικών της παχύτητος του φύλου. Όποιος από τώρα νεκρώνει την ορμή, την ένταση, τα πάθη που συνδέονται με τη σεξουαλικότητα προγεύεται την κατάσταση του αποκατεστημένου Αδάμ. Η απαλλαγή από την μεταπτωτική ζωώδη φύση μας γίνεται μόνο μέσα από την υπέρβαση ή τον εξαγιασμό της ζωώδους συνέπειας της πτώσεως, της σεξουαλικότητος. Αυτός είναι και ο λόγος που η Εκκλησία μας τόσο σοφά θέτει τις αρετές της παρθενίας, αγνότητος και εγκράτειας τόσο ψηλά και εφιστά την προσοχή του κάθε πιστού στην ανάγκη υπερβάσεως των σεξουαλικών παθών.

Ο αγώνας πλέον του κάθε χριστιανού είναι «η αναμόρφωσις του αρχαίου κάλλους » η επιστροφή στην πρωτόκτιστη δόξα του πρώτου Αδάμ. Ο αγώνας αυτός περνά μέσα απ’ την απαλλαγή των χαρακτηριστικών της παχύτητος του φύλου. η επιστροφή στην πρωτόκτιστη δόξα του πρώτου Αδάμ. Ο αγώνας αυτός περνά μέσα απ’ την απαλλαγή των χαρακτηριστικών της παχύτητος του φύλου. Όποιος από τώρα νεκρώνει την ορμή, την ένταση, τα πάθη που συνδέονται με τη σεξουαλικότητα προγεύεται την κατάσταση του αποκατεστημένου Αδάμ. Η απαλλαγή από την μεταπτωτική ζωώδη φύση μας γίνεται μόνο μέσα από την υπέρβαση ή τον εξαγιασμό της ζωώδους συνέπειας της πτώσεως, της σεξουαλικότητος. Αυτός είναι και ο λόγος που η Εκκλησία μας τόσο σοφά θέτει τις αρετές της παρθενίας, αγνότητος και εγκράτειας τόσο ψηλά και εφιστά την προσοχή του κάθε πιστού στην ανάγκη υπερβάσεως των σεξουαλικών παθών.

Ο αγώνας πλέον του κάθε χριστιανού είναι «η αναμόρφωσις του αρχαίου κάλλους » η επιστροφή στην πρωτόκτιστη δόξα του πρώτου Αδάμ. Ο αγώνας αυτός περνά μέσα απ’ την απαλλαγή των χαρακτηριστικών της παχύτητος του φύλου. η επιστροφή στην πρωτόκτιστη δόξα του πρώτου Αδάμ. Ο αγώνας αυτός περνά μέσα απ’ την απαλλαγή των χαρακτηριστικών της παχύτητος του φύλου. Όποιος από τώρα νεκρώνει την ορμή, την ένταση, τα πάθη που συνδέονται με τη σεξουαλικότητα προγεύεται την κατάσταση του αποκατεστημένου Αδάμ. Η απαλλαγή από την μεταπτωτική ζωώδη φύση μας γίνεται μόνο μέσα από την υπέρβαση ή τον εξαγιασμό της ζωώδους συνέπειας της πτώσεως, της σεξουαλικότητος. Αυτός είναι και ο λόγος που η Εκκλησία μας τόσο σοφά θέτει τις αρετές της παρθενίας, αγνότητος και εγκράτειας τόσο ψηλά και εφιστά την προσοχή του κάθε πιστού στην ανάγκη υπερβάσεως των σεξουαλικών παθών.

ΓΑΜΟΣ: Ο ΕΞΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

Παρά τα όσα ελέχθησαν η Ορθόδοξη Εκκλησία μας ζει το γάμο ως «μυστήριον μέγα», τις ρίζες του οποίου εύκολα κανείς ανιχνεύει μέσα στα αγιογραφικά κείμενα και τη διδασκαλία των Πατέρων. Και είναι μυστήριο διότι εξαγιάζει το φύλο και αναιρεί τη σφραγίδα της πτώσης. Μέσα στο γάμο βρίσκει έκφραση η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Ο Θεός θέλει να δώσει ύπαρξη και αιωνιότητα, ζωή δίχως θάνατο, μετοχή στη Θεότητα Του και σε άλλα λογικά όντα. Γι’ αυτόν τον λόγο δημιουργεί τον έλλογο κόσμο και τον άνθρωπο. Όταν οι σύζυγοι ζουν την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και γι’ αυτήν ζουν, τότε χρησιμοποιούν το φύλο τους ως αποκατάσταση της πτώσεως τους. Η επιθυμία της απόκτησης τέκνων και μάλιστα κατά το δυνατόν πολλών είναι μετοχή στη δημιουργική επιθυμία του Θεού.

Αυτός επινόησε τα φύλα για να αυξηθεί το ανθρώπινο γένος και η πτώση να μην καταστρέψει την δημιουργία των κοινωνούντων Αυτόν προσώπων. Επίσης στο κεφ. Β΄, 18, 21-24 της Γενέσεως περιλαμβάνονται σαφή στοιχεία που καταδεικνύουν τα μέσα του εξαγιασμού της σχέσης των συζύγων, όπως η εγγύτητα, η αλληλοβοήθεια, η ισότητα, η αυταπάρνηση και η πλήρης ένωση. Ο πνευματικός νόμος θέλει προϋπόθεση της ζωής να είναι η αγάπη, όπως αυτή περιγράφεται με τις παραπάνω αρετές. Καρπός τέτοιας αγάπης πρέπει να είναι ο κάθε άνθρωπος. Το πρότυπο του συνδέσμου της αγάπης Χριστού και Εκκλησίας κατά την περιγραφή του αποστόλου Παύλου είναι που μεταμορφώνει τον πτωτικό χαρακτήρα του γάμου σε μυστηριακό. Ακόμη από το κεφάλαιο της Γενέσεως Γ΄ 6, 12 εξάγονται πολύ σημαντικά συμπεράσματα για τον ιερό ρόλο που έχει ο γάμος και τέτοια είναι ο συμπνευματισμός των συζύγων, η από κοινού πορεία τους προς τον εξαγιασμό, η κοινωνία της σωτηρίας και της χάριτος, η αίσθηση ότι οι σύζυγοι αποτελούν ο ένας για τον άλλο δώρο Θεού, το μέγιστο δώρο Του, όχι κτήμα τους ούτε τιμωρία ή δοκιμασία, αλλά αφορμή, όργανο, οδό σωτηρίας, θεϊκή ευλογία. Αυτό υποκαθιστά την άφρονα εγωιστική υποταγή του Αδάμ στην Εύα με την ευλογημένη ταπεινή υποταγή του ενός στον άλλον. Τελευταία αναφορά στο φύλο είναι το σημείο στο οποίο συνειδητοποιούν αμφότεροι οι πρωτόπλαστοι τη γύμνωσή τους και καλύπτονται (κεφ. Γ΄ 7). Στον αρχέγονο παράδεισο η γύμνωση από κάτι αθώο έγινε κάτι πονηρό. Στον γάμο η γύμνωση, η συζυγική συνεύρεση, από κάτι πονηρό γίνεται κάτι άγιο και ιερό. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει ιερώς και να επιτελείται. Τον γάμο μυστήριο τον καθιστά κυρίως η συνουσιακή σχέση ως έκφραση και ως μυστήριο πλήρους κοινωνίας και ολοκληρωτικής αλληλοπεριχώρησης, ως εργαστήριο δημιουργίας νέων ανθρώπων με αιώνια και θεϊκή προοπτική. Ναός στον οποίο διαρκώς επιτελείται είναι « η οικία » και ιερό θυσιαστήριο « η συζυγική κλίνη ». Το φύλο του κάθε ανθρώπου είναι μισό και προσδοκά την ολοκλήρωσή του · είναι στοιχείο πτώσεως και αναμένει τον εξαγιασμό του. Αυτά και τα δύο γίνονται μέσα στο γάμο. Η συζυγική συνεύρεση είναι η στιγμή που κανείς ζει το φύλο του. Η στιγμή αυτή συνεπώς μπορεί να αποτελεί είτε υπόμνηση της πτώσεως είτε ιερή κίνηση σωτηρίας. Είναι όμως και η στιγμή που προσδιορίζει το μυστήριο της ανθρώπινης αρχής. Για τον λόγο αυτόν, μέσα στην φυσιολογία της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής λειτουργίας μπορούμε να διακρίνουμε τα μυστικά της ιερότητος και τις οδούς εξαγιασμού του φύλου.

Το γεγονός της γονιμοποίησης από μόνο του είναι το μεγαλύτερο γεγονός της ζωής του ανθρώπου. Τότε αρχίζει ο άνθρωπος. Ως τη στιγμή εκείνη έχουμε ανεξάρτητα γεννητικά κύτταρα (γαμέτες) που από μόνα τους είναι καταδικασμένα να παραμείνουν ως έχουν. Μόλις αρχίσει η γονιμοποίηση και σχηματιστεί το ζυγωτό, αυτό δεν είναι πλέον ανθρώπινο μόνο αλλά και άνθρωπος. Από κει και πέρα αρχίζει η πορεία της ψυχοσωματικής τελειοποίησης του ανθρώπου. Όλα τα άλλα στάδια (14η μέρα, σχηματισμό νευρικού στελέχους κ.τ.λ.) αποτελούν απλές φάσεις του ενός και ανεπανάληπτου γεγονότος του συγκεκριμένου ανθρώπου. Είναι δυνατόν η αρχή του ανθρώπου να εξαρτάται περισσότερο από την ακρίβεια των μικροσκοπίων και λιγότερο από την αίσθηση των ανθρώπων; Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ψάξουμε για άλλη στιγμή την αρχή του ανθρώπου. Η αναπαραγωγική λειτουργία αποτελεί την κατ’ εξοχήν λειτουργία που αποδεικνύει την ενότητα ψυχής και σώματος, εκδηλώνει το αυτεξούσιο, εκφράζει την ταυτότητα του φύλου, επιβεβαιώνει τη ζωτικότητα του ανθρώπου – τη δυνατότητα του να δίνει και να μοιράζεται τη ζωή-, πιστοποιεί την κοινωνικότητά του. Ο σεβασμός των φυσικών ιδιωμάτων της λειτουργίας αυτής εξαγιάζει το φύλο. Με την αναπαραγωγή και την σεξουαλικότητα εναρμονίζεται το σώμα με την ψυχή, δένεται ο χρόνος με την αιωνιότητα, ο βιολογικός παρορμητισμός με την ελευθερία και τον σεβασμό, η φυσική υπόσταση με την πνευματική, οι άνθρωποι μεταξύ τους.

Παρά τα όσα ελέχθησαν η Ορθόδοξη Εκκλησία μας ζει το γάμο ως «μυστήριον μέγα», τις ρίζες του οποίου εύκολα κανείς ανιχνεύει μέσα στα αγιογραφικά κείμενα και τη διδασκαλία των Πατέρων. Και είναι μυστήριο διότι εξαγιάζει το φύλο και αναιρεί τη σφραγίδα της πτώσης. Μέσα στο γάμο βρίσκει έκφραση η αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο. Ο Θεός θέλει να δώσει ύπαρξη και αιωνιότητα, ζωή δίχως θάνατο, μετοχή στη Θεότητα Του και σε άλλα λογικά όντα. Γι’ αυτόν τον λόγο δημιουργεί τον έλλογο κόσμο και τον άνθρωπο. Όταν οι σύζυγοι ζουν την αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και γι’ αυτήν ζουν, τότε χρησιμοποιούν το φύλο τους ως αποκατάσταση της πτώσεως τους. Η επιθυμία της απόκτησης τέκνων και μάλιστα κατά το δυνατόν πολλών είναι μετοχή στη δημιουργική επιθυμία του Θεού.

Αυτός επινόησε τα φύλα για να αυξηθεί το ανθρώπινο γένος και η πτώση να μην καταστρέψει την δημιουργία των κοινωνούντων Αυτόν προσώπων. Επίσης στο κεφ. Β΄, 18, 21-24 της Γενέσεως περιλαμβάνονται σαφή στοιχεία που καταδεικνύουν τα μέσα του εξαγιασμού της σχέσης των συζύγων, όπως η εγγύτητα, η αλληλοβοήθεια, η ισότητα, η αυταπάρνηση και η πλήρης ένωση. Ο πνευματικός νόμος θέλει προϋπόθεση της ζωής να είναι η αγάπη, όπως αυτή περιγράφεται με τις παραπάνω αρετές. Καρπός τέτοιας αγάπης πρέπει να είναι ο κάθε άνθρωπος. Το πρότυπο του συνδέσμου της αγάπης Χριστού και Εκκλησίας κατά την περιγραφή του αποστόλου Παύλου είναι που μεταμορφώνει τον πτωτικό χαρακτήρα του γάμου σε μυστηριακό. Ακόμη από το κεφάλαιο της Γενέσεως Γ΄ 6, 12 εξάγονται πολύ σημαντικά συμπεράσματα για τον ιερό ρόλο που έχει ο γάμος και τέτοια είναι ο συμπνευματισμός των συζύγων, η από κοινού πορεία τους προς τον εξαγιασμό, η κοινωνία της σωτηρίας και της χάριτος, η αίσθηση ότι οι σύζυγοι αποτελούν ο ένας για τον άλλο δώρο Θεού, το μέγιστο δώρο Του, όχι κτήμα τους ούτε τιμωρία ή δοκιμασία, αλλά αφορμή, όργανο, οδό σωτηρίας, θεϊκή ευλογία. Αυτό υποκαθιστά την άφρονα εγωιστική υποταγή του Αδάμ στην Εύα με την ευλογημένη ταπεινή υποταγή του ενός στον άλλον. Τελευταία αναφορά στο φύλο είναι το σημείο στο οποίο συνειδητοποιούν αμφότεροι οι πρωτόπλαστοι τη γύμνωσή τους και καλύπτονται (κεφ. Γ΄ 7). Στον αρχέγονο παράδεισο η γύμνωση από κάτι αθώο έγινε κάτι πονηρό. Στον γάμο η γύμνωση, η συζυγική συνεύρεση, από κάτι πονηρό γίνεται κάτι άγιο και ιερό. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει ιερώς και να επιτελείται. Τον γάμο μυστήριο τον καθιστά κυρίως η συνουσιακή σχέση ως έκφραση και ως μυστήριο πλήρους κοινωνίας και ολοκληρωτικής αλληλοπεριχώρησης, ως εργαστήριο δημιουργίας νέων ανθρώπων με αιώνια και θεϊκή προοπτική. Ναός στον οποίο διαρκώς επιτελείται είναι « η οικία » και ιερό θυσιαστήριο « η συζυγική κλίνη ». Το φύλο του κάθε ανθρώπου είναι μισό και προσδοκά την ολοκλήρωσή του · είναι στοιχείο πτώσεως και αναμένει τον εξαγιασμό του. Αυτά και τα δύο γίνονται μέσα στο γάμο. Η συζυγική συνεύρεση είναι η στιγμή που κανείς ζει το φύλο του. Η στιγμή αυτή συνεπώς μπορεί να αποτελεί είτε υπόμνηση της πτώσεως είτε ιερή κίνηση σωτηρίας. Είναι όμως και η στιγμή που προσδιορίζει το μυστήριο της ανθρώπινης αρχής. Για τον λόγο αυτόν, μέσα στην φυσιολογία της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής λειτουργίας μπορούμε να διακρίνουμε τα μυστικά της ιερότητος και τις οδούς εξαγιασμού του φύλου.

Το γεγονός της γονιμοποίησης από μόνο του είναι το μεγαλύτερο γεγονός της ζωής του ανθρώπου. Τότε αρχίζει ο άνθρωπος. Ως τη στιγμή εκείνη έχουμε ανεξάρτητα γεννητικά κύτταρα (γαμέτες) που από μόνα τους είναι καταδικασμένα να παραμείνουν ως έχουν. Μόλις αρχίσει η γονιμοποίηση και σχηματιστεί το ζυγωτό, αυτό δεν είναι πλέον ανθρώπινο μόνο αλλά και άνθρωπος. Από κει και πέρα αρχίζει η πορεία της ψυχοσωματικής τελειοποίησης του ανθρώπου. Όλα τα άλλα στάδια (14η μέρα, σχηματισμό νευρικού στελέχους κ.τ.λ.) αποτελούν απλές φάσεις του ενός και ανεπανάληπτου γεγονότος του συγκεκριμένου ανθρώπου. Είναι δυνατόν η αρχή του ανθρώπου να εξαρτάται περισσότερο από την ακρίβεια των μικροσκοπίων και λιγότερο από την αίσθηση των ανθρώπων; Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ψάξουμε για άλλη στιγμή την αρχή του ανθρώπου. Η αναπαραγωγική λειτουργία αποτελεί την κατ’ εξοχήν λειτουργία που αποδεικνύει την ενότητα ψυχής και σώματος, εκδηλώνει το αυτεξούσιο, εκφράζει την ταυτότητα του φύλου, επιβεβαιώνει τη ζωτικότητα του ανθρώπου – τη δυνατότητα του να δίνει και να μοιράζεται τη ζωή-, πιστοποιεί την κοινωνικότητά του. Ο σεβασμός των φυσικών ιδιωμάτων της λειτουργίας αυτής εξαγιάζει το φύλο. Με την αναπαραγωγή και την σεξουαλικότητα εναρμονίζεται το σώμα με την ψυχή, δένεται ο χρόνος με την αιωνιότητα, ο βιολογικός παρορμητισμός με την ελευθερία και τον σεβασμό, η φυσική υπόσταση με την πνευματική, οι άνθρωποι μεταξύ τους.

Τα ιδιώματα αυτά αν τα ζήσει κανείς σωστά, οδηγούν σε μια κλίμακα αρετών κορυφή της οποίας είναι η αγάπη του Θεού και βάση ο σεβασμός του εαυτού μας. Αυτός γεννά την εγκράτεια όπως την εννοεί η Εκκλησία· η εγκράτεια την καθαρότητα· η καθαρότητα τον σεβασμό του άλλου· ο σεβασμός την ελευθερία· η ελευθερία την κενωτική αγάπη· η κενωτική αγάπη προς τον άλλον τη γνώση του εαυτού μας· και η αυτογνωσία οδηγεί στην αίσθηση της αγάπης του Θεού. Αν έτσι ζει κανείς, τα όργανα του φύλου του δεν είναι όργανα της ηδονής αλλά τα μέσα της ελευθερίας του, τα στοιχεία της προσφοράς του στον ή στη σύζυγό του, τα ιερά σκεύη δια των οποίων επιτελείται η ιερουργία της ανθρώπινης δημιουργίας. Όλα αυτά αποτελούν τα βασικά στοιχεία που προσδιορίζουν την απάντηση στο γιατί οι προγαμιαίες σχέσεις είναι αμαρτία. Το γεγονός της ανθρώπινης αρχής είναι το κατ’ εξοχήν ιερό γεγονός της ιστορίας του κάθε ανθρώπου και καθιστά τη συζυγική σχέση ιερουργική κίνηση και μυστήριο. Αυτός είναι ο λόγος που απαιτείται για την επιτέλεση της άλλη μυστηριακή πράξη που βασικά παρέχει την εξουσία και χορηγεί την αρμοδιότητα. Όπως ο ιερέας πριν τη χειροτονία του δεν μπορεί να τελέσει καμία εκκλησιαστική ιερουργική πράξη, όπως χωρίς να βαπτισθεί κανείς δεν μπορεί να μεταλάβει, έτσι και οι σύζυγοι πριν το γάμο δεν είναι εξουσιοδοτημένοι να συνέλθουν στην ιερή πράξη της συνουσίας. Το ένα μυστήριο προϋποθέτει το άλλο.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ

Μέσα στον γάμο καλείται κανείς να ζήσει την κένωση του φύλου του, καλείται να τιμήσει το «άλλο» φύλο και να δεχθεί το «άγνωστο» φύλο. Αυτός είναι ο λόγος που η Εκκλησία απορρίπτει την ομοφυλοφιλική σχέση -αυτό αποτελεί τιμή του ίδιου φύλου- ή την επιλογή του φύλου –αυτό καθιστά γνωστό το φύλο του παιδιού. Έτσι επί παραδείγματι ο άνδρας προσφέροντας ως δώρο αγάπης την εγκράτειά του στη γυναίκα του της χαρίζει χρόνο, αφήνοντας σ’ αυτήν την πρωτοβουλία των σχέσεών τους, δίνει στην αγάπη του κενωτικό παρά κτητικό χαρακτήρα. Η γυναίκα καλείται να μεταμορφώσει τον πληθωρικό συναισθηματισμό της που της δίνει ζήλεια, υπερβολική ευαισθησία, διεκδίκηση ευνοίας, πολυλογία, σε ανδροπρέπεια, σαφήνεια και συντομία. Η συμπληρωματικότητα των συζύγων οδηγεί στην ενότητα και αυτή στην ταύτισή τους μέσα από τον σύνδεσμο της αγάπης, της ομόνοιας, της ομοηθείας, της αληθούς συζυγίας. Ο γάμος δε φτιάχνει μόνο τον άνθρωπο της πτώσεως. Γεννά και τον άνθρωπο της χάριτος και στο επίπεδο των συνερχομένων συζύγων και στο ενδεχόμενο των απογόνων. Του δίνει την δυνατότητα να μοιάσει περισσότερο προς το Θεό απ’ όσο βιολογικά το γονιδίωμά του προσιδιάζει προς αυτό των ζώων. Έχει τη δυνατότητα κατά χάριν να μετέχει της θείας φύσεως. Το αυτεξούσιό του μπορεί να μεταβάλει το γονιδίωμά του. Το γονιδίωμα του ανθρώπου είναι ζωϊκό για να υπενθυμίζει και να ταπεινώνει. Το αυτεξούσιό του είναι θεϊκό για να μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε Θεό, για να επιβεβαιώνει την υπόσχεση του Θεού στον άνθρωπο».

Μέσα στον γάμο καλείται κανείς να ζήσει την κένωση του φύλου του, καλείται να τιμήσει το «άλλο» φύλο και να δεχθεί το «άγνωστο» φύλο. Αυτός είναι ο λόγος που η Εκκλησία απορρίπτει την ομοφυλοφιλική σχέση -αυτό αποτελεί τιμή του ίδιου φύλου- ή την επιλογή του φύλου –αυτό καθιστά γνωστό το φύλο του παιδιού. Έτσι επί παραδείγματι ο άνδρας προσφέροντας ως δώρο αγάπης την εγκράτειά του στη γυναίκα του της χαρίζει χρόνο, αφήνοντας σ’ αυτήν την πρωτοβουλία των σχέσεών τους, δίνει στην αγάπη του κενωτικό παρά κτητικό χαρακτήρα. Η γυναίκα καλείται να μεταμορφώσει τον πληθωρικό συναισθηματισμό της που της δίνει ζήλεια, υπερβολική ευαισθησία, διεκδίκηση ευνοίας, πολυλογία, σε ανδροπρέπεια, σαφήνεια και συντομία. Η συμπληρωματικότητα των συζύγων οδηγεί στην ενότητα και αυτή στην ταύτισή τους μέσα από τον σύνδεσμο της αγάπης, της ομόνοιας, της ομοηθείας, της αληθούς συζυγίας. Ο γάμος δε φτιάχνει μόνο τον άνθρωπο της πτώσεως. Γεννά και τον άνθρωπο της χάριτος και στο επίπεδο των συνερχομένων συζύγων και στο ενδεχόμενο των απογόνων. Του δίνει την δυνατότητα να μοιάσει περισσότερο προς το Θεό απ’ όσο βιολογικά το γονιδίωμά του προσιδιάζει προς αυτό των ζώων. Έχει τη δυνατότητα κατά χάριν να μετέχει της θείας φύσεως. Το αυτεξούσιό του μπορεί να μεταβάλει το γονιδίωμά του. Το γονιδίωμα του ανθρώπου είναι ζωϊκό για να υπενθυμίζει και να ταπεινώνει. Το αυτεξούσιό του είναι θεϊκό για να μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε Θεό, για να επιβεβαιώνει την υπόσχεση του Θεού στον άνθρωπο».

Απόσπασμα από το βιβλίο του Μητροπολίτη Μεσογαίας κ. Νικολάου «Ελεύθεροι από το γονιδίωμα», Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, Αθήνα 2002

Δεν υπάρχουν σχόλια: